...with lots of love for you, Jeff Thomas and the lyrics.

Thursday, September 15, 2011

First Lyrics First Vol.45



when you came in the air went out


                            and every shadow filled up with doubt


γύρισε σπίτι κι όλα του έμοιασαν δανεικά. είχε πιστέψει 
πριν λίγο καιρό πως θα τα αποκτούσε. για λίγο νόμισε κι όλας
πως είχε βρει τον τρόπο να τα αποκτήσει κι ακόμη,
του φάνηκε ότι το πάλεψε ίσως όσο μπορούσε για αρκετό καιρό
όμως απόψε τα κοίταξε πάλι και φάνηκαν πάλι όλα τους δανεικά. 
η αύρα τους ήταν ξένη, η λάμψη τους φώναζε πως δεν θα 
γίνουνε δικά του ποτέ. το είδε ξεκάθαρα κι άνοιξε την 
πόρτα να πάει μια βόλτα, να σκεφτεί αν τον νοιάζει.


i don't know who you think you are


                                 but before the night is through


τόσο καιρό είχε να περάσει από το μπαράκι του βασίλη που 
είχε ξεχαστεί η πιθανότητα να εμφανιστεί, ακόμη και από
το τρίτο σκαμπό από το αριστερό τέρμα του μπαρ, που
ήταν το συνηθισμένο του. παρ όλ αυτά το βρήκε άδειο όταν
έφτασε και σαν να ήθελε να μην χαθεί κάποιου είδους 
μυστικιστική τελετή στο χρόνο, έκατσε να κάνει ένα τσιγάρο
να σκεφτεί αν τον νοιάζει.


i don't know what you've done to me


                          but i know this much is true


ξύπνησα σε πολλά μέρη τελευταία και κοιμήθηκα
σε ελάχιστα. αφέθηκα να σωπάσω κι ευχαριστήθηκα
τα ουρλιαχτά των γύρω μου σαν να ήτανε δικά μου,
ή απαραίτητα. δοκίμασα καρπούς απαγορευμένους
που με γέμισαν ελπίδα και μνήμη, κολύμπησα πολύ
συχνά όταν πονούσα για να ανακουφιστώ. κράταγα
την ανάσα μου δίπλα στην λιποθυμιά για να βρω τα 
όριά μου κι είπα στον άνεμο να με πάει όπου θέλει
μέχρι να μάθω να τον πιλατεύω. 


i wanna do bad things with you


                                         i wanna do real bad things with you 



βαρέθηκε, κουράστηκε, μπούχτισε, δεν άντεχε άλλο
να λυπάται και να φτύνει, να οργίζεται και να μπουκώνει,
να τρελαίνεται το αίμα της στις αρτηρίες και να σαπίζει το 
δέρμα της στην αφάνεια. έβαλε την μουσική στο τέρμα
κι άρχισε να χοροπηδάει σαν κάποια μυστικιστική τελετή 
που την γνώριζε από πάντα, άρχισε να ιδρώνει 
ό,τι την ταλαιπωρούσε κι ώσπου το κομμάτι να τελειώσει,  
είχε αναγνωρίσει κάθε γωνιά κι επιφάνεια γύρω
και με όλα είχε μιλήσει. χτύπησε το τηλέφωνο να πάει στο
μπαράκι, κοίταξε για λίγο στο δρόμο, έβαλε το κομμάτι απ την 
αρχή και συνέχισε.


Friday, September 09, 2011

βουρ στον πατσά.



κοινώς -επανάληψη μήτηρ μαθήσεως αλλά και του
όσο ζω παθαίνω. έρχεται η στιγμή που ο κάθε άνθρωπος
πρέπει να κυνηγήσει το όνειρό του. 


μισοπεθαμένοι άγγελοι παίρνουν το φιλί της ζωής 
από συναισθήματα που φέρνουν περισσότερο σε εξάρσεις
ζήλειας και σκεπασμένα λες από πολλών μηνών τα χώματα 
κοιμισμένα παράπονα αφυπνίζονται ξαναζητώντας ένα κομμάτι 
μοίρας και αλλαγής. κύκλοι διαγράφονται πάνω σε ευχές 
για λύτρωση κι οι απειροελάχιστες στιγμές στο χρόνο
που φαντάζουν άπειρες έχουν σηκώσει πανιά 
παραδομένες πια ολοκληρωτικά, στον άνεμο. 


τί κόσμο θα αφήσεις στο αγόρι σου; όλα μοιάζουν
μπερδεμένα για όσο δεν βολεύονται και ξεκάθαρα
όταν τα αγκαλιάζουν με αγάπη. δρόμο παίρνω δρόμο 
αφήνω. ίδιοι είναι οι άνθρωποι, όλες τις εποχές.  
δεν ξεχωρίζουν, δεν γνωρίζουν κι οι καλύτεροι
απ αυτούς δεν μάχονται πριν πέσουν. . 


Friday, September 02, 2011

έφτασε ο μήνας,


ο μετά του Αυγούστου.
πίνω την αλισφακιά μου όσο είναι ακόμη πολύ ζεστή
έτσι ώστε κάτι να προλάβει να λιώσει
για να το φτύσω.
ξέχασα το σώμα μου αλλά δεν θυμάμαι πού.
τόσο παλιά το ξέχασα.
κοιτάζω γύρω μου και άλλους χωρίς σώματα
κι άλλους με ξεθωριασμένο δέρμα
και στέρνο εν βρασμώ.

χαμογελώντας
επάνω στην γλύκα της καύσης απ' την μυρωδιά την ίδια τους
και τις αναθυμιάσεις, μου κλείνουνε το μάτι
και μου χαρίζουν την ψυχή μου, κουβέντα την κουβέντα
σαν να ήτανε κομμάτι τους.
...μα δεν μπορώ να τους πάρω μαζί μου.

τους αγαπώ.
είναι δυο μέρες τώρα που τα πράγματα
αποκτούν για μένα προοπτική εκεί
που καθόλου δεν το περίμενα.

είναι όλοι τους τρελοί
κι εγώ χωρίς να καταλαβαίνω το γιατί
γέννησα μία τεράστια επιθυμία να βουτηχτώ στην τρέλα τους
με το κεφάλι ή με τα πόδια προσγειώθηκα
δεν μου ρχεται για να σου πω
αλλά δέκα χέρια απ' την αρχή με πιάσανε
κι εκατό μάτια είδα να λάμπουν τότε
όλα μαζί και δυνατά
σ ένα θέαμα εντελώς πρωτόγνωρο.

τόσο μεγάλη ήταν η επιθυμία μου να τους ζήσω τα μέσα έξω
που τον περισσότερο καιρό, μέχρι κι εσένα ξέχναγα.
ακόμη και σε ξεπέρναγα θαρρείς
και σαν μαγεμένη που ποτέ δεν γνώρισε το σκότος σου
χόρευα μαζί τους και γελούσα κι έκλαιγα στο πλάι τους
κι ακόμα κι ονειρευόμουν.
μ έπιασε ξανά, μία ρίγη για φυγή.
ο πυρετός ύστερα από ένα απόγευμα που φύσηξε
στην γυμνή μου πλάτη -ο γνωστός
που με κάνει να βογγώ όλη νύχτα και να βρίζω.

σκέφτηκα ότι λίγο λίγο οι φυγές μου
επιστροφές θα γίνονται
ώσπου κάποια στιγμή όλος ο κόσμος θα 'ναι σπίτι μου.
αρκεί να φεύγω, συλλογίστηκα
για να μπορώ και να γυρίζω. αρκεί να φεύγω...

τ' άλλο πρωί αφού τα σκέφτηκα
βγήκα πάλι στον ήλιο
κι όλα τα μάτια τα πενταφώτιστα
που με φιλούν στο στόμα με ρωτήσανε
μέσα από την καρδιά τους -τί θές;
κι εγώ δεν είχα ιδέα..